Newsroom

Newsroom

Η Κορίνα Λεγάκη στο koutipandoras.gr: "Δεν σκοπεύουμε να γίνουμε χαμένη γενιά"

Η Κορίνα Λεγάκη διατρανώνει και με την τέταρτη προσωπική της δουλειά, «Mosaic», την πεποίθηση που είχαμε διαμορφώσει από την αρχή της καριέρας της: ερμηνεύει μόνο τα τραγούδια που την αφορούν και τη συγκινούν και καταφέρνει να μας συναρπάζει.

577be1a91dc524d2598b47fc

Συνέντευξη στους Παγαγιώτη Φρούντζο, Κωνσταντίνο Καϊμάκη

Η τέταρτη προσωπική σας δουλειά είναι το «Mosaic», ένα μωσαϊκό γνώριμων και αγαπημένων από το παρελθόν ήχων. Η αλήθεια είναι πως όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες τα τελευταία χρόνια δείχνουν μια τάση φυγής στο παρελθόν. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό;

Το «Mosaic» δεν είναι ένας συνηθισμένος δίσκος που περιλαμβάνει πασίγνωστα και «επιτυχημένα» τραγούδια. Αντιθέτως, φιλοξενεί πολύ σημαντικά τραγούδια από το πρόσφατο και απώτερο παρελθόν της ελληνικής (αλλά και της ξένης) δισκογραφίας, τα οποία δεν έγιναν «σουξέ» – δείχνουν όμως με πολύ σαφή τρόπο το μεγάλο ταλέντο και τη δημιουργική αγωνία σπουδαίων δημιουργών. Μπορεί το ευρύ ακροατήριο να γνωρίζει και να αγαπά κυρίως ένα προφανές κομμάτι της δημιουργίας και της παραγωγής, ωστόσο πίσω από κάθε «γνωστό» και «επιτυχημένο» τραγούδι υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός εξίσου σημαντικών δημιουργημάτων.

Το νέο βήμα σας στη δισκογραφία πώς έρχεται να συνδεθεί με τις τρεις προηγούμενες δουλειές σας;

Σε όλες μου τις δισκογραφικές εργασίες κοινός παρανομαστής υπήρξε η ανάγκη μου να εκφραστώ και να εκφράσω – να εκφραστώ μέσα από την τέχνη μου αλλά και να εκφράσω τους συνανθρώπους μου, τους ακροατές μου. Ποτέ δεν αντιμετώπισα τη δισκογραφία ως έναν τρόπο εύκολης και αβασάνιστης προβολής και «επιτυχίας». Οι δίσκοι μου έχουν φιλοξενήσει εξαιρετικούς συνθέτες, ποιητές, στιχουργούς και μουσικούς – όλοι τους υπήρξαν για μένα δάσκαλοι, και ο τρόπος που προσεγγίζουν την τέχνη τους μου πρόσφερε το πιο ζωτικό παράδειγμα για το πώς αξίζει να δρα κανείς ως καλλιτέχνης και πνευματικό πρόσωπο.

Τι έχετε αποκομίσει από τη συνεργασία σας με δυο τόσο σημαντικούς συνθέτες, όπως ο Νίκος Ξυδάκης και ο Γιώργος Ανδρέου;

Η συνεργασία μου με τον Νίκο Ξυδάκη και τον Γιώργο Ανδρέου είναι «επί σκηνής». Δεν έχω ερμηνεύσει ακόμα πρωτότυπο υλικό τους, έτσι στις συναυλίες καλούμαι να αναμετρηθώ με εξαιρετικά τραγούδια τους, καθώς και με τις πρώτες ερμηνείες των τραγουδιών αυτών. Δεν χρειάζεται, νομίζω, να υπογραμμίσω το πόσο σημαντική και πολύτιμη είναι για μένα αυτή η εμπειρία. 

Πατάτε με το ένα πόδι στην Ελλάδα, καθώς ο πατέρας σας είναι Κρητικός, και με το άλλο στη Σουηδία, αφού η μητέρα σας είναι Σουηδέζα…

Η Σκανδιναβία είναι ένας τόπος πολιτισμού που ποτέ δεν απομακρύνθηκε από τη μουσική της παράδοση. Η Ελλάδα φυσικά είναι προνομιούχος τόπος διατήρησης και άσκησης της λαϊκής παράδοσης και τρέφει εξαιρετική αγάπη για το τραγούδι, το οποίο αντιμετωπίζει ως κεντρικό στοιχείο του μουσικού της πολιτισμού. Αν σκεφτεί κανείς πως η κελτική μουσική παράδοση (στην οποία ανήκει η σκανδιναβική παραδοσιακή μουσική) επικοινωνεί πολύ και συνδέεται στυλιστικά με την ελληνική μουσική παράδοση, τότε δεν είναι και πολλές οι ζωτικές διαφορές ανάμεσα στις δύο λαϊκές κουλτούρες. 

Πόσο σας έχει επηρεάσει ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνιδα το γεγονός της διπλής καταγωγής σας;

Η κεντρική επιρροή αφορά το μεγάλο μου προνόμιο να σκέφτομαι, να ζω και να δρω σε δύο γλώσσες – τη «μητρική» και την «πατρική» μου. Η γλώσσα είναι η μεγάλη μητέρα όλων μας και τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με την εμπειρία που μεταφέρει η γλώσσα, αφού όσα υπάρχουν γύρω μας, στον κόσμο, έχουν πίσω τους μια λέξη (όπως έγραψε ο Βιτγκενστάιν).

Ποιες είναι οι μουσικές επιρροές σας, τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό;Ο πατέρας μου είναι δεξιοτέχνης εκτελεστής του μπουζουκιού. Από μωρό έχω στα αυτιά μου τους ήχους της λαϊκής μουσικής και τους ρυθμούς της. Η μητέρα μου με νανούριζε με σουηδικά τραγούδια. Ο παππούς μου από την πλευρά της μητέρας μου ήταν πιανίστας και έπαιζε εξίσου καλά τζαζ και κλασική μουσική. Μεγαλώνοντας σε έναν τόπο με ισχυρό τουριστικό σήμα, όπως η Κρήτη, από τα πρώιμα εφηβικά μου χρόνια έχω στα αυτιά μου ακούσματα ηλεκτρικά και φολκ, ποπ, ροκ, σόουλ και ένα σωρό άλλες εκδοχές λαϊκών μουσικών.

Συμμετέχετε στο νέο CD καθώς και στη θεατρική παράσταση «Ποιος μου Χάλασε το Τρένο». Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να απευθύνεστε στο παιδικό κοινό;

Τα παιδιά είναι το πιο χαριτωμένο αλλά και πολύπλοκο ακροατήριο. Για να κερδίσεις την προσοχή τους, δεν αρκεί η μουσική σου ικανότητα ή η ευχάριστη παρουσία σου στη σκηνή – πρέπει να μιλήσεις στην ψυχή τους.

Η κοινωνικοπολιτική συγκυρία στην Ελλάδα του σήμερα πώς σας επηρεάζει ως άνθρωπο και καλλιτέχνιδα;

Εμάς, που είμαστε την ώρα αυτή στη δημιουργική αρχή της καλλιτεχνικής μας ζωής, ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας μας αποκαλεί «χαμένη γενιά». Ε, λοιπόν, δεν είμαστε και δεν σκοπεύουμε να γίνουμε χαμένη γενιά. Δίνουμε τη μάχη μας με καθαρή καρδιά και πείσμα δημιουργικό, σε μια πολύ δύσκολη στιγμή της πατρίδας μας. Δεν θέλουμε να φύγουμε από την Ελλάδα, θέλουμε να μείνουμε εδώ και να τα καταφέρουμε. Η φτώχεια, η θλίψη και η ανέχεια κάνουν αναγκαία την παρουσία των τεχνών. Ειδικά το τραγούδι ιστορικά υπήρξε και παραμένει στην Ελλάδα νοσοκομείο πρώτων βοηθειών της ψυχής.

Ποια είναι η πιο εύστοχη κριτική που έχετε ακούσει για το μέχρι τώρα έργο σας; Οι «επαγγελματικές» κριτικές υπήρξαν όλα αυτά τα χρόνια γενναιόδωρες και θερμές – δεν έχω παράπονο.

Ποια είναι τα επόμενα βήματά σας και ποια τα μελλοντικά σχέδιά σας;Το καλοκαίρι θα συνεχίσω τη συνεργασία μου με τον Νίκο Ξυδάκη και τον Γιώργο Ανδρέου. Παράλληλα, θα συνεργαστώ σε μια σειρά εμφανίσεων με τον Γιώργο Ανδρέου και τον Απόστολο Ρίζο. Στο Φεστιβάλ Φιλίππων (αφιερωμένο φέτος στον Γιώργο Σεφέρη) θα ερμηνεύσω ένα συνθετικό υλικό που προετοιμάζει για τις εκδηλώσεις του ο Γιώργος Ανδρέου. Στη δισκογραφία, επιδίωξή μου είναι ο επόμενός μου δίσκος να αποτελείται από πρωτότυπο και αδημοσίευτο μουσικό υλικό.

Ποιες είναι οι πέντε καθοριστικές χρονιές στη ζωή σας;

Βράδυ παραμονής Χριστουγέννων του 1990, ο Σουηδός παππούς μου με συνοδεύει σε μια συναυλία κλασικής μουσικής που δίνεται σε έναν εντυπωσιακό καθεδρικό ναό. Μετά το τέλος της συναυλίας, περπατάμε στους χιονισμένους δρόμους κρατώντας κεριά. Η πρώτη μου συνειδητή επικοινωνία με την κλασική μουσική έγινε σε συνθήκες παραμυθένιες.

Καλοκαίρι του 1997, Κρήτη. Για πρώτη φορά παρακολουθώ συναυλία σημαντικών τραγουδιστών και τραγουδοποιών του ελληνικού τραγουδιού. Αστέρια στον ουρανό, αστέρια στη σκηνή. Η ελληνική γλώσσα με στίχους και λόγια σπουδαίων Ελλήνων λογοτεχνών.

Καλοκαίρι του 2009, Ανώγεια. Συμμετέχω για πρώτη φορά στο Εργαστήρι Φωνητικής Τέχνης του Σπύρου Σακκά. Ο δάσκαλος, η αναπνοή μου, η ερμηνεία, ο συντονισμός. Αισθάνομαι για πρώτη φορά τόσο τραγουδίστρια.

Φθινόπωρο του 2010. Ο πρώτος μου δίσκος «Χορός με τη Βροχή» είναι γεγονός. Δεν το πιστεύω! Την ίδια χρονιά συναντώ τον εξαίρετο ποιητή Μιχάλη Γκανά. (Μαζί με τον συνθέτη Δημήτρη Μαραμή, που συμμετέχει στο «Χορός με τη Βροχή» και έχουμε ήδη κάνει σειρά συναυλιών, θα οδηγηθούμε στη συνεργασία και την έκδοση του βιβλίου-cd «Ταγκό για τρεις» το 2012.)

2015, ηχογραφώντας το «Mosaic». Χρονιά θαυμάτων! Συναντώ τον Γιώργο Ανδρέου, τον Νίκο Ξυδάκη, την Τάνια Τσανακλίδου, τον Κώστα Φασούλα, τον Παρασκευά Καρασούλο, τη Δάφνη Αγγελίδου, τον Ανδρέα Γεωργιάδη, τη Βιβή Γερολυμάτου και έναν κόσμο ολόκληρο από ενδιαφέροντες ανθρώπους της τέχνης μου και των media. Περιοδεία το καλοκαίρι σε όλη την Ελλάδα και πολλές συναυλίες τον χειμώνα. Συμμετοχή μου και στο παιδικό βιβλίο-cd «Ποιος μου Χάλασε το Τραίνο;».

Υποψηφιότητα Διαμαντοπούλου… η χαρά του Μητσοτάκη: Ποιοι και γιατί βγάζουν από τη ναφθαλίνη μια «τελειωμένη» πολιτικό

Διαμαντοπούλου

Υποψηφιότητα Διαμαντοπούλου… η χαρά του Μητσοτάκη: Ποιοι και γιατί βγάζουν από τη ναφθαλίνη μια «τελειωμένη» πολιτικό

Ως τι επιστρέφει η Άννα Διαμαντοπούλου και διεκδικεί την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ