Οι κατηγορούμενοι είχαν ξαναδικαστεί για τα αδικήματα της απάτης και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, αλλά τότε το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας τους είχε κηρύξει ομόφωνα αθώους από το σύνολο των αξιοποίνων πράξεων. Η υπόθεση έφτασε για δεύτερη φορά στο ακροατήριο ύστερα από αναίρεση που είχε ασκηθεί από τον Άρειο Πάγο, με το σκεπτικό ότι η αθωωτική απόφαση, που είχε προκαλέσει το κοινό περί δικαίου αίσθημα, δεν είχε πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.
Σύμφωνα με το πρώτο δικαστήριο δεν είχε στοιχειοθετηθεί αντικειμενικώς το αδίκημα της απάτης, καθώς δεν είχε προκύψει ότι η τιμή πώλησης των επίδικων πακέτων μετοχών επηρέασε την τελική τους τιμή στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου Α τη συγκεκριμένη περίοδο. Ακριβώς αντίθετη ήταν βέβαια η εισαγγελική εισήγηση, που μιλούσε για «οργανωμένο σχέδιο παραπλάνησης του επενδυτικού κοινού, με εικονικές τιμές και πωλήσεις, αλλά και του προέδρου του Χρηματιστηρίου Αθηνών».
Σήμερα, η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή των κατηγορουμένων θεωρώντας –όπως είπε – ότι το δικαστήριο που τους αθώωσε εφάρμοσε εσφαλμένη αιτιολογία, ενώ χαρακτήρισε την αναιρετική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σπουδαία. Σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό, το πρώτο δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε ζημία. Αντίθετα, όπως είπε, σκοπός των κατηγορουμένων ήταν η μακροπρόθεσμη δημιουργία πλασματικής εικόνας της αγοράς, η καλλιέργεια επενδυτικής ευημερίας και η μακροπρόθεσμη σταθεροποίησή της. Ωστόσο, όπως επισήμανε, μετά καταποντίστηκε το σύστημα γιατί η διόγκωση των μετοχών ήταν τεχνητή.
Στόχος δε, των κατηγορουμένων, κατά την κ. Θεοδωροπούλου, που έκανε λόγο για μεθοδεύσεις εκ μέρους τους ήταν «η δημιουργία επίπλαστης αγοράς». «Πλήξατε με τις μεθοδεύσεις το νόμο της ελεύθερης αγοράς με τη διόγκωση της τιμής των μετοχών που δεν θα διαμορφώνονταν σε αυτά τα επίπεδα». Πρόσθεσε μάλιστα πως μέσω αυτής της οδού μπορούσαν να παραπλανηθούν οι επενδυτές. «Η διαμορφωθείσα τιμή στο ταμπλό του ΧΑΑ δεν ήταν η «δίκαιη» τιμή, γιατί τη διαμόρφωσαν ψευδώς οι κατηγορούμενοι με τα πακέτα των μετοχών που έριξαν στην αγορά», τόνισε χωρίς να παραγνωρίζει τη δυσχέρεια που έχει υπόθεση καθώς έχουν παρέλθει σχεδόν 20 χρόνια από την αποκάλυψή της.