ΓΜ

Γιάννης Μυλόπουλος

Λειψυδρία: Βολικά ψέματα και άβολες αλήθειες

Ηκλιματική κρίση έχει γίνει το βολικό άλλοθι για όλα τα δεινά τα τελευταία χρόνια. Αντί να αποτελεί αιτία για κινητοποίηση και κίνητρο για ανάληψη πρωτοβουλιών, έχει γίνει πρόφαση για απραξία και φτηνή δικαιολογία για επανάπαυση.

λειψυδρία.jpg

Είναι πολύ βολικό, πράγματι, κάθε φυσική καταστροφή που πλήττει τη χώρα, από τις δασικές πυρκαγιές και τις φονικές πλημμύρες, μέχρι την ανομβρία και την ξηρασία, να αποδίδεται σε λόγους… ανωτέρας βίας.

Μόνο που η κλιματική κρίση είναι απολύτως ανθρωπογενής και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί εύκολα σαν… θεομηνία.

Πρώτο βολικό ψέμα, λοιπόν, στη συζήτηση για τη λειψυδρία, είναι η απόδοση της ευθύνης γι’ αυτήν στην ανομβρία, που είναι σύμπτωμα της κλιματικής κρίσης.

Οπότε και η καταπολέμησή της συνδέεται αναπόφευκτα με την μακροπρόθεσμη υπόθεση της επίτευξης της «πράσινης» μετάβασης. Κοινώς, ζήσε Μάη μου…

Λειψυδρία, όμως, δε σημαίνει μόνο ξηρασία και ανομβρία. Γιατί διαχείριση νερού δεν σημαίνει μόνο φυσική προσφορά νερού. Σημαίνει εξ ίσου και ζήτηση.

Άρα η λειψυδρία αντανακλά την αδυναμία, την ανικανότητα ή και την άρνηση να εφαρμοστούν μέτρα και να αναληφθούν πολιτικές πρωτοβουλίες για την προσαρμογή στις νέες δυσμενείς κλιματικές συνθήκες, κατά τρόπο που να εξασφαλίζει την επάρκεια του νερού.

Η μεγάλη άβολη αλήθεια, λοιπόν, που δεν ακούγεται καθόλου και από κανέναν, είναι ότι η λειψυδρία  μπορεί να είναι συνέπεια της ανομβρίας, αλλά κυρίως είναι το αποτέλεσμα της απουσίας έργων, μέτρων και πολιτικών για την προσαρμογή στις νέες και απολύτως προβλέψιμες κλιματικές συνθήκες.

Που σημαίνει ότι η λειψυδρία υπάρχουν σαφείς και συγκεκριμένοι τρόποι να αντιμετωπιστεί.

Και μάλιστα αυτό πρέπει να συμβεί εγκαίρως, από τον χειμώνα ακόμη, όταν καλλιεργούνται οι συνθήκες που οδηγούν σε αυτήν. Και όχι τα καλοκαίρια, όταν το πρόβλημα εμφανίζεται λόγω υψηλών θερμοκρασιών και αυξημένης ζήτησης νερού.

Με δεδομένη, δηλαδή, την ανομβρία υπάρχουν μια σειρά από μέτρα, έργα και πολιτικές που μπορεί να εφαρμοστούν, ώστε να προσαρμοστούμε στα νέα και δυσμενή, για το νερό, δεδομένα.

Όσον αφορά στις πολιτικές, πρώτη προτεραιότητα είναι η φροντίδα για τον εμπλουτισμό των υπόγειων φυσικών δεξαμενών του νερού, των υπόγειων υδροφορέων.

Ένας στόχος που για να επιτευχθεί, πρέπει να περιοριστούν δραστικά, με έγκαιρες πολιτικές πρόληψης οι δασικές πυρκαγιές, να μειωθούν με κάθε τρόπο οι καμένες δασικές εκτάσεις και να ακολουθηθεί μια πολιτική άμεσης αναδάσωσης των καμένων περιοχών.

Είναι βολικό ψέμα ότι οι πυρκαγιές αντιμετωπίζονται μόνο εκ των υστέρων και μόνο με την εφαρμογή πυροσβεστικών μέσων. Γιατί είναι καταστροφικό και για το κλίμα και για το περιβάλλον, αλλά και για την υπόθεση του νερού να καταστρέφονται κάθε χρόνο εκατομμύρια στρέμματα δάσους.

Η άβολη αλήθεια που δεν ακούγεται συχνά είναι ότι στην ύπαρξη των δασών και της βλάστησης οφείλεται ο εμπλουτισμός των φυσικών δεξαμενών του νερού, των υπόγειων υδροφορέων.

Όταν μειώνονται τα δάση, μειώνεται και η ικανότητα του εδάφους να διηθήσει το έστω και λιγότερο σήμερα νερό της βροχής και του χιονιού, προκειμένου να εμπλουτιστούν οι υδροφορείς.

Είναι βολικά ψέματα, λοιπόν, με καταστροφικές για το κλίμα, για τη φύση και για τη λειψυδρία συνέπειες, οι παρακάτω πολιτικές που ακολουθούνται τελευταία:

  • Τα δάση κάποτε θα καούν, οπότε ας τα εκμεταλλευτούμε οικοδομώντας τα ή εγκαθιστώντας σε αυτά βιομηχανικής κλίμακας «πράσινες» επενδύσεις.
  • Είναι άσκοπο να περιορίζονται οι δασικές πυρκαγιές. Σημασία έχει να εκκενωθούν οι οικισμοί. Αν σωθούν οι άνθρωποι, οι πυρκαγιές κάποτε θα φτάσουν στη θάλασσα και θα σβήσουν μόνες τους.
  • Τα καμένα δάση δεν πρέπει να αναδασώνονται άμεσα, αλλά να ιδιωτικοποιούνται, προκειμένου έτσι να προστατευτούν καλύτερα. Με συνέπεια να οικοδομούνται σε αυτά ξενοδοχειακές μονάδες και να εγκατασταθίστανται βιομηχανικής έκτασης αιολικά ή φωτοβολταϊκά πάρκα.

Η πρωτιά της Ελλάδας, με απόσταση, ως προς τις καμένες εκτάσεις σε σχέση με τα γειτονικά της κράτη με τις ίδιες κλιματικές συνθήκες, είναι τρανταχτή απόδειξη της λάθος πολιτικής της μη λήψης προληπτικών μέτρων έγκαιρου περιορισμού των δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας.

Η απώλεια δασικών εκτάσεων κάθε χρόνο δεν είναι καθόλου άσχετη με την υπόθεση της λειψυδρίας που πλήττει την Ελλάδα περισσότερο από τις γειτονικές της χώρες, που έχουν τις ίδιες συνθήκες ως προς την ξηρασία και την ανομβρία.

Μια ακόμη άβολη αλήθεια, από την οποία εξαρτάται άμεσα η υπόθεση της λειψυδρίας στην Ελλάδα, έχει να κάνει με το αναπτυξιακό μοντέλο.

Δεν την αντέχει η Ελλάδα την αγροτική ανάπτυξη των υδροβόρων καλλιεργειών που μας ήρθαν από υγρές περιοχές του κόσμου, όπως το βαμβάκι, το ρίζι και το καλαμπόκι, για παράδειγμα.

Όπως, επίσης, δεν την αντέχει η άνυδρη Ελλάδα τη βιομηχανία του υπερτουρισμού τα καλοκαίρια στις παραλίες και τα νησιά.

Διότι δεν είναι βιώσιμη η ανάπτυξη που στηρίζεται αποκλειστικά σε βραχυχρόνιους κερδοσκοπικούς σχεδιασμούς και όχι στη φέρουσα ικανότητα της φύσης, στα διαθέσιμα, δηλαδή, υδατικά αποθέματα.

Αλλά και σε καθαρά τεχνολογικό επίπεδο υπάρχουν μια σειρά από μέτρα και έργα που μπορούν να βελτιώσουν τη μεγάλη απειλή της λειψυδρίας. Ειδικά στον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης, που καταναλώνει το 85% του νερού ετησίως.

Ο εκσυγχρονισμός των αρδευτικών δικτύωνμε τη δραστική μείωση των απωλειών νερού που φτάνουν το 40 – 50% και η εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων μικροάρδευσης, τοπικής άρδευσης και άρδευσης με σταγόνες δίνει μια μεγάλη ανάσα στην υπόθεση της εξοικονόμησης νερού. Μια και αφορά στον μεγάλο καταναλωτή νερού, στη γεωργία.

Μια επένδυση που μπορεί αρχικά να φαίνεται δαπανηρή, αν υπολογιστεί όμως το όφελος σε διαθέσιμο νερό, θα αποδειχθεί τελικά άκρως συμφέρουσα.

Τέλος, τεράστιο πεδίο υπάρχει και στο αυτονόητο επίπεδο του εκσυγχρονισμού των συστημάτων εκταμίευσης, συλλογής και αποθήκευσης νερού για άρδευση και για ύδρευση.

Όπως γίνεται κατανοητό, η αντιμετώπιση της λειψυδρίας ξεκινά από τις πολιτικές πρόληψης των φυσικών καταστροφών και προσαρμογής μας στην κλιματική κρίση και φτάνει μέχρι τους αναπτυξιακούς τομείς της πρωτογενούς παραγωγής και του τουρισμού και μέχρι τον εκσυγχρονισμό των δικτύων και τον σχεδιασμό νέων έργων.

Γι’ αυτό και χρειάζεται ολιστική αντιμετώπιση σε περιφερειακό επίπεδο και όχι κατακερματισμένη και αποσπασματική δράση σε επιμέρους τομείς αρμοδιότητας εκ του μακρόθεν, δηλαδή από την Αθήνα.

Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, για τις λίμνες που χάνονται, όπως η Κορώνεια, η Πικρολίμνη και η Δοϊράνη, αποκλειστική επισπεύδουσα αρχή να είναι το υπουργείο περιβάλλοντος, στην Αθήνα.

Η περιφερειακή αυτοδιοίκηση, που παρακολουθεί τα προβλήματα από κοντά και έχει άμεσο ενδιαφέρον για το περιβάλλον και την ανάπτυξη στην περιοχή της, είναι το ιδανικό διοικητικό επίπεδο για ανάληψη άμεσης και αποτελεσματικής δράσης.

Η λειψυδρία δεν είναι… θεομηνία.

Είναι απολύτως ανθρωπογενής. Και συνεπώς είναι ευθύνη της οργανωμένης διοίκησης κράτους και αυτοδιοίκησης να αναλάβουν δράση.

Αρκεί να πάψουν να συζητιούνται τα γνωστά βολικά ψέματα και να ακουστούν, κάποτε, οι άβολες αλήθειες για το νερό.

Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr