Την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι αστυνομικοί δε χρησιμοποιούν τα όπλα τους, εκφράζει με ερώτησή του στη Βουλή ο Κυριάκος Βελόπουλος, ζητώντας να αλλάξει το νομικό πλαίσιο αναφορικά με τις συνθήκες χρήσης του υπηρεσιακού όπλου από αστυνομικούς.
Η ερώτηση αυτή του ακροδεξιού κόμματος της Ελληνικής Λύσης, δεν είναι, όμως, καθόλου τυχαία. Έρχεται να «κουμπώσει» σε μια περίοδο που η όξυνση της αστυνομικής καταστολής και αυθαιρεσίας καταγγέλλεται καθημερινά, υλοποιώντας περήφανα το κυβερνητικό δόγμα «νόμος και τάξη», λίγες μέρες μετά τον άγριο ξυλοδαρμό και τα βασανιστήρια των ΜΑΤ στον Λάμπρο Γούλα, χρησιμοποιώντας μάλιστα ένα γκλομπ εναντίον του.
Στο παραπάνω πλαίσιο, ο Κυριάκος Βελόπουλος αναφέρει ότι τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί έξαρση των επιθέσεων σε αστυνομικά όργανα και αύξηση των ένοπλων επιθέσεων σε πολίτες και φορείς. «Δυστυχώς το νομικό πλαίσιο περί χρήσης όπλου είναι τόσο περιοριστικό, που όπως και οι ίδιοι οι αστυνομικοί δηλώνουν, έχει καταστήσει το όπλο αξεσουάρ της στολής τους», είπε χωρίς καμιά προσπάθεια να κρύψει τις ακροδεξιές του φαντασιώσεις, σημειώνοντας ότι θα έπρεπε να αναθεωρηθούν τα δικαιώματα των αστυνομικών ως προς τη χρήση του υπηρεσιακού όπλου και ότι «η σχετική νομοθεσία ψηφίστηκε σε διαφορετική εποχή με διαφορετικές κοινωνικές ανάγκες αναφορικά με την πρόληψη και την πάταξη εγκληματικών δράσεων».
Στην έγγραφη απάντηση που διαβίβασε στη Βουλή, ο υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη, ευτυχώς, απέρριψε το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε κάποια τέτοια τροποποίηση, αναφέροντας ότι «την παρούσα χρονική στιγμή, δεν εξετάζεται από το αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας η τυχόν αναθεώρηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου». Ευτυχώς, γιατί το άκουσμα του αιτήματος για χρήση υπηρεσιακού όπλου από αστυνομικούς, οι μόνες μνήμες που ξυπνά είναι η χρήση του υπηρεσιακού όπλου του Κορκονέα, που σηκώθηκε για να πυροβολήσει τον 15χρονο Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο τον – όχι και τόσο μακρινό – Δεκέμβρη του 2008.