Ο εν λόγω σύλλογος φέρεται να έχει εισπράξει χρήματα από ασφαλισμένα μέλη του για να προχωρήσει σε όλες τις νόμιμες διαδικασίες για την προάσπιση των συμφερόντων τους, ώστε εκτός των άλλων να συμπεριληφθούν και στις τυχόν διανομές που θα γίνονταν.
Όπως καταγγέλλεται ωστόσο ο σύλλογος αφενός δεν προχώρησε σε αναγγελία για τα μέλη του και αφετέρου τα προέτρεπε να μην κάνουν αναγγελίες αφού ούτως ή άλλως θα περιλαμβάνονταν στις διανομές παρά την περί του αντιθέτου πρόβλεψη του νόμου.
Ως αποτέλεσμα, όσοι ασφαλισμένοι δεν έχουν αναγγελθεί δεν βρίσκονται στους πίνακες διανομής ενώ σχετικές δικαστικές αποφάσεις έχουν ήδη εκδοθεί.
Παράλληλα, πάντοτε σύμφωνα με τις καταγγελίες, πολλοί εκ των ασφαλιστών φέρονται να έχουν εισπράξει πολλαπλές προμήθειες για ασφαλιστήρια συμβόλαια, τόσο ως πράκτορες όσο και ως ασφαλιστικοί σύμβουλοι.
Ωστόσο, βάσει Προεδρικού Διατάγματος για τις ασφάλειες, ένας ασφαλιστής που είναι ασφαλιστικός σύμβουλος μπορεί να εργάζεται μόνο ως τέτοιος και όχι ως πράκτορας.
Παρά την παραπάνω διάταξη, καταγγέλλεται ότι κάποιοι ασφαλιστές επέλεγαν να πληρώνονται κατά περιπτώσεις ως ασφαλιστικοί σύμβουλοι εισπράττοντας και υπερπρομήθεια ως agency manager, ενώ σε άλλες ως πράκτορες μέσω μίας δικής τους εταιρίας, της οποίας μοναδικοί ασφαλιστικοί σύμβουλοι ήταν οι ίδιοι.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες προκύπτει ζήτημα από τους πολλαπλούς κωδικούς, καθώς υφίσταται διαστρέβλωση της αγοράς των πρακτόρων και των ασφαλιστικών συμβούλων και υπάρχει διακριτική μεταχείριση προς όφελος όσων κατά παράβαση του νόμου λειτουργούν με πολλούς κωδικούς και έναντι μίας ασφαλιστικής εταιρίας, ενώ θα έπρεπε να έχουν έναν.
Πολλές μάλιστα προμήθειες, σύμφωνα πάντα με τις ίδιες καταγγελίες, έχουν εισπραχθεί για ασφαλιστήρια συμβόλαια, τα οποία οι ίδιοι προέτρεψαν τα μέλη του συλλόγου να μην αναγγελθούν.