Του Ευάγγελου Δ. Γεωργακόπουλου*
Γι’ αυτό η δικαστική προσφυγή θα πρέπει να περιορίζεται στο αναγκαίο μέτρο μιας δημοκρατικής κοινωνίας και σε καμία περίπτωση να μην αποτελεί μέσο καταστολής της ελευθεροτυπίας και εν τέλει να ανάγεται σε μέσο φίμωσης της ελεύθερης και ανεξάρτητης δημοσιογραφίας.
Η πρακτική της έγερσης αγωγών και της υποβολής μηνύσεων ακόμη και σε οριακές περιπτώσεις ή σε περιπτώσεις δυσμενούς κριτικής αναδεικνύεται σε ένα επικίνδυνο εργαλείο των πολιτικών προσώπων, που παρά την ενυπάρχουσα στη θέση τους ανάγκη και υποχρέωση ανοχής ελέγχου τους, αρνούνται να λογοδοτήσουν δημοσίως για τα πεπραγμένα τους.
Ωστόσο, αφού το ίδιο το δημόσιο πρόσωπο τροφοδοτεί τη δημοσιότητα και αποκτά οφέλη από αυτήν, δεν μπορεί να αξιώνει από το άλλο μέρος, που συμμετέχει σε αυτήν την άτυπη «αμφοτεροβαρή σύμβαση μεταξύ εκείνου και του κοινού», δηλαδή τους δημοσιογράφους, να μην ασχολούνται με αυτό που το ίδιο το πολιτικό πρόσωπο τους δελέασε να κάνουν.
Όποιος επιλέγει τη διακεκριμένη παρουσία του στην κοινωνική σφαίρα, που μπορεί να δικαιολογήσει τη δημιουργία δημοσίου ενδιαφέροντος γύρω από το πρόσωπό του, υπολογίζει ή τουλάχιστον να μην αποκλείει ότι μπορεί να γίνει αντικείμενο συζήτησης τρίτων, πράγμα το οποίο οφείλει να ανεχθεί ο φερόμενος ως θιγόμενος.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Aνθρώπου αναγνωρίζει τo ρόλο των δημοσιογράφων με τον χαρακτηρισμό “public watchdogs”. Και οι φύλακες σκύλοι δεν προορίζονται για φιλήσυχα κουτάβια.
Η δουλειά τους είναι να γαυγίζουν και να διαταράζουν τη φαινομενική εικόνα ειρήνης και ησυχίας κάθε φορά που εμφανίζεται μία απειλή.
*Ευάγγελος Δ. Γεωργακόπουλος, Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr