Οι ΗΠΑ ανοίγουν το δρόμο για αποστολή όπλων και στο Τάγμα Αζόφ

Αίρεται η απαγόρευση χρήσης αμερικανικών όπλων που είχε επιβληθεί στην αμφιλεγόμενη μονάδα του ουκρανικού στρατού

batallon azov 1

Η κυβέρνηση του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν αποφάσισε την άρση της απαγόρευσης χρήσης αμερικανικών όπλων που είχε επιβληθεί σε αμφιλεγόμενη μονάδα του ουκρανικού στρατού, ανέφερε χθες Δευτέρα η εφημερίδα Washington Post, επικαλούμενη το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών αποφάσισε να τερματίσει την απαγόρευση στην ταξιαρχία Αζόφ, που είχε επιβληθεί πριν από μια δεκαετία —αφορούσε τόσο την εκπαίδευση από αμερικανούς στρατιωτικούς, όσο και τη χρήση όπλων κατασκευασμένων στις ΗΠΑ— έπειτα από ανάλυση που συμπέρανε πως δεν υπάρχουν αποδείξεις για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τη μονάδα, σύμφωνα με το δημοσίευμα.

«Έπειτα από διεξοδική εξέταση, η ουκρανική 12η ταξιαρχία των ειδικών δυνάμεων Αζόφ πέρασε τον έλεγχο Λίχι όπως διενεργήθηκε από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ», σύμφωνα με ανακοίνωση του αμερικανικού ΥΠΕΞ που περιήλθε στην κατοχή της εφημερίδας, όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ο λεγόμενος νόμος Λίχι, από το όνομα του Δημοκρατικού πρώην γερουσιαστή Πάτρικ Λίχι, απαγορεύει τη χορήγηση αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας σε μονάδες που διαπιστώνεται πως έχουν διαπράξει παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Το τάγμα Αζόφ, με ακροδεξιές, νεοναζιστικές καταβολές, έχει πλέον ενταχθεί στην ουκρανική Εθνική Φρουρά. Είχε σχηματιστεί το 2014, όταν πολεμούσε εναντίον των φιλορώσων αυτονομιστών οι οποίοι ανακήρυξαν την ανεξαρτησία περιφερειών της ανατολικής Ουκρανίας.

Το τάγμα αυτό τιμάται ιδιαίτερα στο Κίεβο, ειδικά για την υπεράσπιση της Μαριούπολης, αλλά επισείεται συχνά από τη Μόσχα ως απόδειξη του κατ’ αυτήν «ναζιστικού» καθεστώτος στην Ουκρανία.

Σκάνδαλο στην Καρδίτσα: Έδωσαν επιδόματα σε πάνω από 2.000 άτομα και είπαν πως έχασαν τα δικαιολογητικά στον «Ιανό»

Σκάνδαλο στην Καρδίτσα: Έδωσαν επιδόματα σε πάνω από 2.000 άτομα και είπαν πως έχασαν τα δικαιολογητικά στον «Ιανό»

Το ελληνικό δημόσιο συνολικά ζημιώθηκε με 3.6 εκατομμύρια ευρώ, ενώ συνελήφθησαν τρεις υπάλληλοι