Το
κατηγορητήριο σκιαγραφεί τη δράση
ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας που
συνεργάζονται με εγκληματίες του
κυβερνοχώρου, οι οποίοι βοηθούν
κατασκόπους να προωθήσουν τους στόχους
τους με αντάλλαγμα τη
χρήση των ίδιων μέσων για να επωφεληθούν
χρηματικά.
“Η
εγκληματική συμπεριφορά αυτή, που
εκτελέστηκε και υποβοηθήθηκε από στελέχη
ενός τμήματος της υπηρεσίας FSB η οποία
χρησιμεύει ως σημείο επαφής του FBI στη
Μόσχα για θέματα εγκλημάτων του
κυβερνοχώρου, είναι εντελώς απαράδεκτη”,
είπε η ασκούσα καθήκοντα βοηθού του
γενικού εισαγγελέα των ΗΠΑ Μέρι Μακόρντ
σε συνέντευξη τύπου όπου ανακοίνωσε
τις κατηγορίες.
Οι
κατηγορίες, που δεν συνδέονται με την
παραβίαση ηλεκτρονικών μηνυμάτων του
Δημοκρατικού Κόμματος κατά την περίοδο
των αμερικανικών προεδρικών εκλογών
το 2016, κατονομάζουν τους αξιωματικούς
της FSB που φέρονται να
συμμετείχαν, τον Ντμίτρι Ντοκουτσάεφ
και τον προϊστάμενό του Ίγκορ Σούστσιν,
που αμφότεροι βρίσκονται
στη Ρωσία. Ο Ντοκουτσάεφ συνελήφθη τον
Δεκέμβριο για προδοσία, σύμφωνα με το
ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Interfax.
Οι
φερόμενοι ως εγκληματίες χάκερ
που συμμετείχαν στην επιχείρηση
περιλαμβάνουν τον Αλεξέι Μπέλαν, ο
οποίος βρίσκεται στον κατάλογο των
σημαντικότερων καταζητούμενων
κυβερνοεγκληματιών του FBI και ο οποίος
συνελήφθη στην Ευρώπη τον Ιούνιο του
2013 αλλά διέφυγε στη Ρωσία προτού εκδοθεί
στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το υπουργείο
Δικαιοσύνης.
Ο
Καρίμ Μπαράτοφ, ο οποιος γεννήθηκε στο
Καζακστάν αλλά έχει καναδική υπηκοότητα,
κατονομάστηκε επίσης στο κατηγορητήριο.
Σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης, ο
Μπαράτοφ συνελήφθη στον Καναδά την
Τρίτη. Η σύλληψή του επιβεβαιώθηκε από
την αστυνομία του Τορόντο.
Η
Μακόρντ είπε ότι η επιχείρηση των χάκερ
ξεκίνησε από την FSB ώστε να συλλέξει
πληροφορίες αλλά ότι οι δύο χάκερ
χρησιμοποίησαν τις πληροφορίες που
συνέλεξαν ως ευκαιρία να “γεμίσουν
τις τσέπες τους”.
Οι
ΗΠΑ δεν έχουν διμερή συμφωνία έκδοσης
με τη Ρωσία, αλλά η Μακόρντ εξέφρασε την
ελπίδα ότι οι ρωσικές αρχές θα συνεργαστούν
ώστε να αντιμετωπίσουν οι δράστες τη
δικαιοσύνη.